(Ενσυναίσθηση & αυθεντικός εαυτός)
Η ικανότητα της ενσυναίσθησης θεωρείται χαρακτηριστικό μιας ώριμης προσωπικότητας, ωστόσο, εμφανίζεται στη ζωή μας από τις πρώτες κιόλας στιγμές μας. Άλλωστε τα συναισθήματα του βρέφους υπάρχουν και ψάχνουν δίοδο να εκφραστούν πριν ακόμα αναπτύξει οποιαδήποτε λογική δομή. Γι αυτό και χρειάζεται κάποιον άλλον, ωριμότερο να τα αποκωδικοποιήσει σωστά για εκείνο, να τα φέρει στην επιφάνεια και να τα φροντίσει. Το ρόλο αυτό συνήθως αναλμβάνει η μαμά.
Έτσι, λοιπόν, ένα βρέφος από τη γέννησή του έρχεται σε επαφή με την ενσυναίσθηση, όχι τη δική του αλλά αυτή της μητέρας του προς εκείνο. Με αυτή την ιδιαίτερη ικανότητα που κάνει τη μαμά να καταλαβαίνει πότε το κλάμα του μωρού σημαίνει ότι πεινάει, πότε ότι χρειάζεται να το αλλάξει , πότε ότι χρειάζεται ύπνο και πότε ότι πονάει. Την ικανότητα που κάνει τη μαμά να νοιώθει το άγχος του βρέφους τα λίγα λεπτά που θα περάσουν μέχρι να καλύψει την ανάγκη του και γι’ αυτό μετά εκτός από το γάλα και την καθαρή πάνα, θα προσφέρει και το χάδι της, την αγκαλιά της και την παρηγοριά της. Με λίγα λόγια η μαμά με ενσυναίσθηση μπορεί να νοιώσει το άγχος του μωρού της με μία ταυτόχρονη επίγνωση ότι το άγχος αυτό δεν είναι δικό της και ότι εκείνη έχει τον τρόπο να το αναγνωρίσει και στη συνέχεια να το ανακουφίσει χωρίς να καταστραφεί κανείς από τους δύο, όπως το βρέφος φαντασιώνεται. Τον ίδιο ακριβώς δρόμο συναισθηματικά ακολουθεί η μαμά και στις επόμενες ηλικίες παρόλο που τα άγχη και οι ανάγκες του παιδιού μεταβάλλονται. Φυσικά, από μία ηλικία και μετά, το παιδί μιας ενσυναισθητικής μαμάς μπορεί και ρυθμίζει μόνο του τα περισσότερα άγχη του, όπως έχει μάθει από εκείνη.
Γιατί δεν είμαστε όλοι έτσι;
Γιατί όπως προαναφέραμε η ενσυναίσθηση είναι ικανότητα ενός ώριμου ανθρώπου. Δεν είναι μόνο συμπόνια, γλυκήτητα ή καλοσύνη. Δεν είναι μόνο η κατανόηση ή η υπόθεση του πως μπορεί να νιώθει ο άλλος. Είναι το να νοιώθω μαζί του, κατανοώντας ταυτόχρονα ότι έχω μία μικρή απόσταση από αυτό το συναίσθημα και προσπαθώντας να το φέρω στην επιφάνεια με έναν πιο εύπεπτο τρόπο ώστε το άλλο άτομο να μην πληγωθεί αλλά και να μην αναγκαστεί να απωθήσει το συναίσθημα του στο ασυνείδητο, λόγω της οδύνης που του προκαλεί. Όπως είναι κατανοητό αυτή η διαδικασία προϋποθέτει να γνωρίζει κανείς πολύ καλά τον εαυτό του και να μπορεί να διακρίνει τα δικά του συναισθήματα από αυτά των άλλων. Για να καταλάβει μία μαμά πότε το μωρό της αγχώνεται και πότε αγχώνεται εκείνη για το μωρό της, χρειάζεται να είναι κάπως ώριμη. Ως αποτέλεσμα αυτής της αναγνώρισης, καταφέρνει επίσης να μην προβάλει τα δικά της άγχη στο μωρό της. Έτσι τα βρέφη διαμορφώνουν σιγά σιγά την αίσθηση του εαυτού τους. Επειδή ακριβώς η μαμά τους καθρεφτίζει με έναν κατάλληλο τρόπο τα συναισθήματα, και τις ανάγκες τους.
Αν όμως η μαμά δεν γνωρίζει ακόμα καλά και δεν έχει αποδεχτεί τα δικά της συναισθήματα και ανάγκες, τότε είναι πολύ πιθανό αυτά να μπερδεύονται με τις ανάγκες και τα συναισθήματα του μωρού της. Είναι πιθανό να μην κάνει το κατάλληλο καθρέφτισμα, με αποτέλεσμα το μωρό να μεγαλώνει με έναν μη απαρτιωμένο εαυτό. Έναν εαυτό που αποτελείται από κομμάτια δικά του και δικά της που δεν κολλάνε σωστά μεταξύ τους. Οι πιθανότητες να συμβεί αυτό είναι περισσότερες όταν ο μπαμπάς είναι απών, είτε κυριολεκτικά είτε μεταφορικά, από τη φροντίδα του βρέφους αλλά και της μαμάς, που εκείνη την περίοδο το χρειάζεται περισσότερο από ποτέ!
Στην ενήλικη ζωή, ακούμε συχνά ανθρώπους να λένε ¨δεν ξέρω τι θέλω¨, να δοκιμάζουν πολλές διαφορετικές δουλειές, σχέσεις, φιλίες, τόπους διαμονής και να μην νιώθουν να ικανοποιούνται με τίποτα για πολύ. Ή παρατηρούμε ανθρώπους να βάζουν τρικλοποδιές στον εαυτό τους, να εκδηλώνουν αυτοκαταστροφικές συμπεριφορές, να εμφανίζουν αυτοάνοσα νοσήματα (ο εαυτός επιτίθεται στον εαυτό) ή διατροφικές διαταραχές. Αυτά και άλλα συμπτώματα είναι συχνά τα παράπονα ενός μη απαρτιωμένου εαυτού, που νιώθει κάποια κομμάτια του ξένα και προσπαθεί να τα καταστρέψει.
Πως θα κολλήσουμε τα κομμάτια;
Κάτι παρόμοιο με την ενσυναισθητική δουλειά της μητέρας κάνει κι ένας ψυχοθεραπευτής. Προσπαθεί να νιώσει μαζί με τον άνθρωπο που έχει απέναντί του, κρατώντας ταυτόχρόνα μία μικρή απόσταση και προσπαθώντας να αναδείξει το συναίσθημα (που απωθείται από εκείνον) με έναν τρόπο κατάλληλο ώστε αυτό να επιστρέψει πίσω και να ¨χωρέσει¨ μέσα του χωρίς να τον καταστρέψει. Η ενσυναισθητική διαδικασία είναι πολύ σημαντική για τη θεραπεία, καθώς βοηθά να βρεθεί και να ανδειχθεί ο παραγματικός εαυτός του θεραπευόμενου με τα κομμάτια του κολλημένα με τέτοιον τρόπο ώστε να μην πληγώνει το ένα το άλλο.
Βάγια Ζιώγα
Ψυχολόγος / ΑναΨυχή
Comments